Δικαιώματα του Παιδιού

  • Εκτύπωση

Η ΣΥΜΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ ΩΣ ΜΕΡΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ.

Δρ. Νικολέτα Μπεχλιβάνη

 

 Οι διατάξεις του  Διεθνούς δικαίου σχετικά με τον σεβασμό της αξίας του ανθρώπου και την προστασία της οικογενειακής ζωής και της παιδικής ηλικίας αποτελούν διατάξεις  με έντονο παιδαγωγικό χαρακτήρα που παρέχουν κατευθυντήριες Αρχές στα εθνικά πολιτειακά όργανα κατά τη θέση, ερμηνεία και εφαρμογή κανόνων δικαίου.

 


 

Το υπερνομοθετικό πλαίσιο της προστασίας  των παιδιών συνθέτουν διατάξεις διεθνών συνθηκών (Συμβάσεις κυρίως των Ηνωμένων Εθνών αλλά και του Συμβουλίου της Ευρώπης)  που κατοχυρώνουν  την απαγόρευση κάθε διάκρισης, τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα σεβασμού και προστασίας της οικογένειας, της μητρότητας και των ανηλίκων. Δεσμεύουν όλα τα πολιτειακά όργανα κατά τη θέση, ερμηνεία και εφαρμογή κανόνων δικαίου και καθιστούν ανίσχυρη και ανεφάρμοστη κάθε αντίθετη νομοθετική ρύθμιση.

Σημαντικότερη θέση κατέχει η  Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού (ΣΔΠ) που υιοθετήθηκε από τη Γ.Σ του Ο.Η.Ε το Νοέμβριο του 1989,  κυρώθηκε από το ελληνικό κοινοβούλιο το Δεκέμβριο του 1992 και αποτελεί νόμο του ελληνικού κράτους ( ν.2101/1992).

Η ΣΔΠ χρησιμεύει καταρχήν ως σημείο ιδεολογικής αναφοράς γιατί από αυτή γίνεται φανερό ότι οι ανήλικοι δεν θεωρούνται πλέον απλώς αντικείμενα προστασίας αλλά και φορείς δικαιωμάτων. Ακόμη, η ΣΔΠ μπορεί να λειτουργήσει και ως βάση για την απαρίθμηση των κυριότερων διακρίσεων ανηλίκων θυμάτων που έχουν ανάγκη προστασίας.

Είναι σημαντική η αναφορά που γίνεται στο προοίμιο[1]  της Σύμβασης ότι το Παιδί για την αρμονική ανάπτυξη της προσωπικότητάς του πρέπει να μεγαλώνει μέσα στο οικογενειακό περιβάλλον σ' ένα κλίμα ευτυχίας, αγάπης και κατανόησης. Επιπλέον αναγνωρίζεται ότι σε όλες τις χώρες του κόσμου υπάρχουν παιδιά που ζουν κάτω από εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες και χρειάζονται ιδιαίτερης προσοχής ενώ γίνεται λόγος για τη σημασία που έχουν οι παραδόσεις και οι πολιτισμικές αξίες κάθε λαού για την προστασία και την ανάπτυξη του παιδιού.

Με τη συγκεκριμένη Σύμβαση αναγνωρίζονται οι πιθανότητες της πολύμορφης θυματοποίησης των ανηλίκων ενώ καθίσταται επιτακτική η ανάγκη πολύπλευρης προστασίας τους. Η ΣΔΠ δεν αποτελεί μόνο μία προσπάθεια να σταματήσουν τα ανήλικα άτομα να έχουν το θλιβερό προνόμιο να είναι αποδέκτες των περισσότερων παραβιάσεων των ανθρώπινων δικαιωμάτων: Παράλληλα προάγεται η αντίληψη ότι κάθε ανήλικο πρόσωπο είναι φορέας θεμελιωδών αλλά και πρόσθετων ιδιαίτερων δικαιωμάτων που προσιδιάζουν στην ηλικία και στις αυξημένες ανάγκες του όπως το δικαίωμα για φροντίδα ή για διάφορες κοινωνικές παροχές κ.λ.π (βλ. ΣΔΠ-άρθρο 7 ν. 2101/1992 και Σύσταση Συμβουλίου της Ευρώπης σχετικά με τις ευθύνες των γονέων R (84)4)

Η Σύμβαση αποτελείται από 54 άρθρα που ρυθμίζουν τα πολιτειακά, οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά δικαιώματα των παιδιών και παράλληλα προσδίδουν στο δίκαιο των ανηλίκων το χαρακτήρα του "δικαίου ανάγκης" αφού η σωτηρία και η ευημερία του παιδικού πληθυσμού προηγείται κάθε άλλης λύσης.

Τα Κράτη-μέλη πρέπει να μεριμνούν ώστε το παιδί να μην αποχωρίζεται από τους γονείς του παρά τη θέλησή τους εκτός αν ο χωρισμός αυτός είναι αναγκαίος. Η κακομεταχείριση ή/και παραμέληση του παιδιού αναφέρεται ως παράδειγμα ειδικής περίπτωσης για την έκδοση από τις αρμόδιες Αρχές απόφασης αποχωρισμού του παιδιού από τους γονείς του (ΣΔΠ-άρθρο 9&1 ν. 2101/1992) . Παράλληλα θεσπίζεται κρατική υποχρέωση σεβασμού του δικαιώματος του παιδιού που ζει χωριστά από τους δύο ή τον ένα γονέα, να διατηρεί προσωπικές σχέσεις μαζί του/τους(βλ. την αντίστοιχη διάταξη του ελληνικού αστικού κώδικα, ΑΚ1520). Ταυτόχρονα όμως προβλέπεται ρητή εξαίρεση από το ως άνω δικαίωμα εφόσον η προσωπική επικοινωνία είναι αντίθετη με το συμφέρον του παιδιού (ΣΔΠ-άρθρο 9&3 ν.2101/1992).

Θεσπίζεται η υποχρέωση του κράτους-μέλους για οργάνωση υπηρεσιών κοινωνικής πρόνοιας προκειμένου να παρέχεται ειδική προστασία και βοήθεια στα παιδιά που στερούνται ή δεν είναι δυνατό να παραμείνουν στο οικογενειακό περιβάλλον ενώ παράλληλα γίνεται αναφορά σε μορφές εναλλακτικής επιμέλειας.

Τα άρθρα 19, 34, 35, 36, 37 και 39 ανήκουν στην "ενότητα" άρθρων που περιέχουν ρυθμίσεις πρόληψης και καταστολής της βίας εναντίον των παιδιών. Γίνεται ειδική αναφορά στην κακή μεταχείριση ή/και παραμέληση από τους γονείς σε αντίθεση με τον δικό μας Αστικό Κώδικα που περιορίζεται στη χρήση αόριστων εννοιών όπως "κακή άσκηση της επιμέλειας", "παράβαση γονικών καθηκόντων" κ.α. Συγκεκριμένα στο άρθρο 19&1 ν.2101/1992 ορίζεται ότι: "Τα συμβαλλόμενα Κράτη λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα νομοθετικά, διοικητικά, κοινωνικά και εκπαιδευτικά μέτρα, προκειμένου να προστατεύσουν το παιδί από κάθε μορφή βίας, προσβολής ή βιαιοπραγιών σωματικών ή πνευματικών, εγκατάλειψης ή παραμέλησης, κακής μεταχείρισης ή εκμετάλλευσης, συμπεριλαμβανομένης της σεξουαλικής βίας, κατά το χρόνο που βρίσκεται υπό την επιμέλεια των γονέων του ή του ενός από τους δύο ή των νομίμων εκπροσώπων του ή οποιουδήποτε άλλου προσώπου στο οποίο το έχουν εμπιστευθεί". Για τα παιδιά αυτά αλλά και για αυτούς που ασκούν την επιμέλειά τους παρέχεται η αναγκαία υποστήριξη καθώς και άλλες μορφές κοινωνικής πρόνοιας και όπου χρειάζεται κινούνται οι διαδικασίες δικαστικής παρέμβασης. (ΣΔΠ-άρθρο 19&2 ν. 2101/1992). Με την διάταξη αυτή εκφράζεται η αντίληψη που διεθνώς κατακτά έδαφος, να λαμβάνονται κοινωνικά κυρίως μέτρα που θα στηρίζονται στην αρχή: «Όχι τιμωρία, αν αυτό είναι δυνατό, αλλά βοήθεια». Χωρίς να καταργείται η κείμενη νομοθεσία, κινούνται οι διαδικασίες παραπομπής της υπόθεσης σε κοινωνικούς, προνοιακούς, παιδαγωγικούς ή ιατρικούς φορείς στα πλαίσια της αποποινικοποίησης ή αποδικαστηριοποίησης("εκτροπή"). Πρόκειται για διαδικασία ?έχει επικρατήσει ως διαμεσολάβηση: mediation-  η οποία προβλέπεται και από τους Κανόνες του Πεκίνου στο άρθ. 18.

Στη ΣΔΠ γίνεται ειδική αναφορά στη σεξουαλική βία και εκμετάλλευση που υφίστανται τα παιδιά και εκδηλώνεται είτε ως ενεργητική σεξουαλική κακοποίηση(π.χ εξώθηση στην πορνεία ή σε άλλες παράνομες σεξουαλικές δραστηριότητες) είτε ως παθητική σεξουαλική κακοποίηση(π.χ παραγωγή θεαμάτων ή υλικού πορνογραφικού χαρακτήρα).Τα Κράτη-μέλη υποχρεούνται να λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα προκειμένου να προστατεύσουν το παιδί από την ως άνω μορφή βίας, (ΣΔΠ-άρθρο 34 ν.2101/1992), να εμποδίσουν την απαγωγή, την πώληση ή το δουλεμπόριο παιδιών, (ΣΔΠ-άρθρο 35 ν.2101/1992), να προστατεύσουν το παιδί από κάθε άλλη μορφή εκμετάλλευσης επιβλαβή για "οποιαδήποτε πλευρά της ευημερίας του" (ΣΔΠ-άρθρο 36 ν.2101/1992).

Τα Κράτη-μέλη πρέπει να επαγρυπνούν ώστε κανένα παιδί να μην υποβάλλεται σε βασανιστήρια ή σε άλλες σκληρές, απάνθρωπες ή εξευτελιστικές τιμωρίες ή μεταχείριση ενώ πρέπει να παρέχονται όλες οι δικονομικές εγγυήσεις που θα εξασφαλίζουν τη σύμφωνη με τις ανάγκες του παιδιού μεταχείρισή του, όταν αυτό έρχεται αντιμέτωπο με τη δικαιοσύνη. (ΣΔΠ-άρθρο 37 ν. 2101/1992).

Tέλος η ΣΔΠ επιβάλλει τη λήψη κατάλληλων μέτρων από τα Κράτη-μέλη για την "διευκόλυνση της σωματικής και ψυχολογικής ανάρρωσης και της κοινωνικής επανένταξης κάθε παιδιού που είναι θύμα οποιασδήποτε μορφής παραμέλησης, εκμετάλλευσης ή κακοποίησης, βασανισμού ή κάθε άλλης μορφής σκληρής, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας ή ένοπλης σύρραξης. Η ανάρρωση αυτή και η επανένταξη γίνονται μέσα σε περιβάλλον, που ευνοεί την υγεία, τον αυτοσεβασμό και την αξιοπρέπεια του παιδιού" (ΣΔΠ-άρθρο 39 ν.2101/1992).

            Εκτός από τη Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού, αξίζει να αναφερθούν  για την ιδιαίτερη ηθική και παιδαγωγική  σημασία τους διεθνή νομικά κείμενα που αποτέλεσαν κατευθυντήριες γραμμές για νομοθετικές μεταρρυθμίσεις και προσέφεραν το ιδεολογικό υπόβαθρο για τη διαμόρφωση και θέσπιση της ΣΔΠ. Ενδεικτικά επισημαίνονται:

α. Η Παγκόσμια Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Ψηφίστηκε από τη Γενική Συνέλευση του Ο.Η.Ε στις  10.12.1949. Αν και δεν έχει νομική ισχύ έχει μεγάλη ηθικοπλαστική  σημασία και αποτελεί σημείο αναφοράς πολλών νομικών κειμένων.

β. Το Πρότυπο Στοιχειωδών Κανόνων του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για την Απονομή Δικαιοσύνης σε Νεαρά Άτομα("Κανόνες του Πεκίνου"). [2]

γ. Οι Κατευθυντήριες Γραμμές των Ηνωμένων Εθνών για την πρόληψη της παραβατικότητας των ανηλίκων(Κατευθυντήριες Γραμμές του Ριάντ).[3] 

δ. Οι Συστάσεις του Συμβουλίου της Ευρώπης No R(79)17 σχετικά με την κακομεταχείριση των παιδιών,  No. R(85)4 σχετικά με την βία στην οικογένεια  και Νο R(91)11 σχετικά με τη σεξουαλική εκμετάλλευση, την πορνογραφία και την πορνεία των παιδιών και των εφήβων καθώς και την εμπορία αυτών.

 

  

 



[1]Επίσημημετάφρασηαπότο Bureau des Traductions du Ministere des Affaires Etrangeres de la Republique Hellenique,  Athenes

[2]Η Γ.Σ του Ο.Η.Ε υιοθετώντας τους ως άνω Κανόνες(στο εξής ΚτΠ), αναγνώρισε την αναγκαιότητα παροχής ιδιαίτερης μέριμνας και βοήθειας σε νεαρά άτομα λόγω του ότι βρίσκονται σε ένα αρχικό στάδιο ανάπτυξης. Η μέριμνα αυτή αναφέρεται στη σωματική, διανοητική και κοινωνική κατάσταση των ανηλίκων.  Οι ΚτΠ εφαρμόζονται σε νεαρά άτομα-δράστες, σε νεαρά άτομα εναντίον των οποίων μπορεί να κινηθεί διαδικασία για κάθε ειδική συμπεριφορά που δεν θα εθεωρείτο αξιόποινη, αν είχε διαπραχθεί από ενήλικο άτομο καθώς επίσης και σε νεαρά άτομα που πρέπει να αντιμετωπίζονται με διαδικασίες πρόνοιας και μέριμνας. Στο σημείο αυτό πρέπει να γίνει υπενθύμιση του  αυτονόητου χαρακτηριστικού του δικαίου των ανηλίκων: εστίαση στο  ανήλικο άτομο είτε πρόκειται για δράστες κλοπών, ληστειών ή άλλων  αδικημάτων είτε πρόκειται για θύματα κακοποίησης, παραμέλησης,  έκθεσης κ.λ.π. Σ' αυτή την κατεύθυνση κινείται η σύγχρονη  αντίληψη που προτείνει να αναγνωρισθούν η παιδική ηλικία και  νεότητα ως ένα αυτοτελές έννομο αγαθό. Το έννομο αγαθό της "παιδικότητας" δεν προσδιορίζεται μόνο ηλικιακά αλλά κυρίως απηχεί ένα σύνολο ιδιοτήτων  και συνθηκών που αρμόζει κατά τις κοινές αντιλήψεις να συνοδεύουν  την παιδική και νεανική ηλικία προκειμένου το ανήλικο άτομο να  απολαμβάνει τα αγαθά της στοργής, της φροντίδας, της προληπτικής  ιατρικής, της ψυχολογικής ασφάλειας κ.λ.π.

 

[3]Με το ως άνω κείμενο, δίνεται ιδιαίτερη βαρύτητα στη διασφάλιση της αρμονικής ανάπτυξης των ανηλίκων προκειμένου να υιοθετήσουν μη εγκληματογόνους τρόπους συμπεριφοράς. Με δεδομένο ότι επίκεντρο κάθε προληπτικού προγράμματος πρέπει να είναι η ευημερία των νεαρών ατόμων από τα πρώτα χρόνια της παιδικής τους ηλικίας, γίνεται ιδιαίτερη αναφορά στη θετική συμβολή της οικογένειας, της κοινότητας, του εκπαιδευτικού συστήματος και των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης προς την κατεύθυνση αυτή. Ειδικότερα, τα σχολεία εκτός από τον εκπαιδευτικό τους ρόλο, ανάγονται σε σταθμούς πρώτων βοηθειών και σε κέντρα παραπομπής για την παροχή ιατρικών, συμβουλευτικών και άλλων υπηρεσιών σε νεαρά άτομα και ιδιαίτερα σε εκείνα που υποφέρουν από κακομεταχείριση, παραμέληση, θυματοποίηση και εκμετάλλευση.  Παροτρύνονται τα ΜΜΕ να ελαχιστοποιούν την προβολή της πορνογραφίας και της βίας και να αποφεύγουν εξευτελιστικές και υποβιβαστικές παρουσιάσεις, ειδικά παιδιών, γυναικών και να προωθούν αρχές και ρόλους ισότητας.